*Ρωσία και Κίνα προχωράνε μπροστά με επενδύσεις και συμφωνίες και εδώ στην Ευρώπη ασχολούνται με το πόσο θα πάει ο ΦΠΑ, αν θα είναι το πλεόνασμα 0.75% ή 1% και άλλα τέτοιου είδους «σοβαρά προβλήματα».

Του Leonid Bershidsky

Η αναζήτηση εναλλακτικών επενδυτών και αγορών έγινε πολιτική προτεραιότητα για τον Πρόεδρο Vladimir Putin και την κυβέρνησή του από όταν οι δυτικές χώρες επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας. Η επακόλουθη στροφή προς την Κίνα μπορεί να δείχνει ότι έχει διακοσμητικό χαρακτήρα, αλλά συμβαίνει.

Πράγματι, οι περισσότερες από τις ασαφείς και εξαιρετικά μακροπρόθεσμες μεγάλες συμφωνίες που υπέγραψαν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών τα τελευταία χρόνια, δεν έχουν άμεση ισχύ. Ακόμη κι έτσι, όμως, η Κίνα έχει γίνει μία από τις δύο μεγαλύτερες πηγές χρηματοδότησης και επενδύσεων για τη ρωσική οικονομία. Η άλλη είναι τα κεφάλαια που έχουν συγκεντρώσει οι ρωσικές επιχειρήσεις σε φορολογικούς παραδείσους και επιστρέφουν υποχρεωτικά. Παράλληλα, καταγράφεται αύξηση του μεριδίου της Κίνας στο ρωσικό εμπόριο.

Η Ρωσία έλαβε μόλις 21 δισ. δολάρια καθαρών άμεσων ξένων επενδύσεων το περασμένο έτος, σε σύγκριση με 69,2 δισ. δολάρια το 2013. Τα περισσότερα από τα χρήματα προήλθαν από offshore παραδείσους όπως η Κύπρος, οι Μπαχάμες και οι Βρετανικές Παρθένες Νήσοι. Μεταξύ των μη υπεράκτιων πηγών κεφαλαίων, η Κίνα, με άμεσες επενδύσεις ύψους 1,3 δισ. δολαρίων, ήρθε δεύτερη μετά τη Γαλλία. Μπορεί το ποσό να μην είναι μεγάλο, αλλά είναι ένα σημάδι αλλαγής: τα προηγούμενα χρόνια, οι κινεζικές επενδύσεις δεν είχαν υπερβεί ποτέ τα 450 εκατ. δολάρια.

Την ίδια στιγμή, τα κινεζικά δάνεια αποτέλεσαν με διαφορά τη μεγαλύτερη πηγή εξωτερικής χρηματοδότησης για τη ρωσική οικονομία το περασμένο έτος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, ο μη χρηματοπιστωτικός τομέας και τα νοικοκυριά της Ρωσίας έλαβαν 11,6 δισ. δολάρια καθαρών νέων δανείων από την Κίνα. Η Κύπρος -ή καλύτερα οι ρωσικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο- ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος δανειστής, με 3,4 δισ. δολάρια.

Η εικόνα, λοιπόν, έχει αλλάξει ριζικά σε σύγκριση με μόλις πριν από δύο χρόνια. Το 2013, το Η.Β. ήταν ο κυρίαρχος δανειστής της Ρωσίας με καθαρά νέα δάνεια που έφταναν τα 23 δισ. δολάρια. Η Κίνα είχε συνεισφέρει 7,5 δισ. δολάρια. Ωστόσο, η αύξηση από την Κίνα δεν ήταν επαρκής: το περασμένο έτος, τα κεφάλαια αυτά δεν κατάφεραν να καλύψουν την καθαρή εκροή χρημάτων προς ευρωπαϊκές χώρες και αθροιστικά, τα καθαρά δάνεια μειώθηκαν κατά 6,3 δισ. δολάρια. Ωστόσο, χωρίς την ώθηση από την Κίνα, οι εκροές θα ήταν 65% υψηλότερες.

Φέτος, θα δούμε πιθανότατα ακόμη ένα άλμα στα κινεζικά δάνεια, χάρη σε μια πρόσφατη συμφωνία που επιτρέπει στις ρωσικές εταιρείες να αντλήσουν 25 δισ. δολάρια από τις κινεζικές τράπεζες έναντι ρωσικών κυβερνητικών εγγυήσεων.

Μεγάλο μέρος του κινεζικού δανεισμού θα διοχετευτεί σε ρωσικές εταιρείες πετρελαίου και ειδικά στην κρατικά ελεγχόμενη Rosneft, η οποία έχει αναγκαστεί εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων να χρησιμοποιεί τα αποθεματικά κεφάλαια της κυβέρνησης. Επίσης, η Rosneft έχει αυξήσει τις πωλήσεις στην Κίνα, όπου μπορεί να έχει πρόσβαση σε μακροπρόθεσμα εμπορικά δάνεια, αφού αυτά δεν διατίθενται πλέον στην Ευρώπη.

Το Μάιο, η Ρωσία έστελνε στην Κίνα 930.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως,προσπερνώντας τη Σαουδική Αραβία για πρώτη φορά σε αυτή την αγορά. Παρά το γεγονός ότι το έδαφος για την αύξηση του μεριδίου στην κινεζική αγορά είχε στρωθεί πριν από την προσπάθεια της Δύσης να απομονώσει τη Ρωσία, η Rosneft θα ήταν πιθανότατα λιγότερο πρόθυμη να στείλει τόσο πετρέλαιο στην Κίνα εάν δεν είχαν μεταβληθεί οι συνθήκες χρηματοδότησης.

Το εμπόριο της Ρωσίας με την Κίνα έχει μειωθεί καθώς η οικονομία έχει παραμείνει στάσιμη, αλλά η πτώση ήταν μικρότερη από ό,τι με άλλους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους, εν μέρει λόγω της ώθηση των εξαγωγών πετρελαίου. Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2015, το σύνολο των εμπορικών συναλλαγών της Ρωσίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση μειώθηκε κατά 37,5%, αλλά η Κίνα γνώρισε μικρότερη πτώση της τάξης του 29,4%, αυξάνοντας το μερίδιο αγοράς της.

Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν αναγνωρίσει αυτή την τάση. Αυτό το μήνα, η BP πόνταρε πάνω στην ανάπτυξη του ενεργειακού εμπορίου της Ρωσίας με την Κίνα, καταβάλλοντας 750 εκατ. δολάρια για την εξαγορά μεριδίου 20% στην Taas-Yuriakh Neftegazodobycha, θυγατρική της Rosneft που έχει λάβει άδεια να εργαστεί σε μια μεγάλη πετρελαιοπηγή κοντά στα βόρεια σύνορα της Κίνας.

Ένας άλλος τομέας στον οποίο η Ρωσία χρειάζεται κινεζική χρηματοδότηση και τεχνολογία είναι οι υποδομές. Αυτό το μήνα, η κρατικά ελεγχόμενη China Railway Group υπέγραψε σύμβαση με το ρωσικό σιδηροδρομικό μονοπώλιο για το σχεδιασμό μια σιδηροδρομικής σύνδεσης υψηλής ταχύτητας μεταξύ Μόσχας και Καζάν. Η Ρωσία θέλει στη συνέχεια να επεκτείνει το δίκτυο στο Πεκίνο, μειώνοντας τη διάρκεια του ταξιδιού μεταξύ των δύο πρωτευουσών σε 48 ώρες, από επτά ημέρες. Τα προηγούμενα έτη, η σύμβαση θα μπορούσε πιθανότατα να έχει ανατεθεί στους δισεκατομμυριούχος φίλους του Putin. Τώρα, όμως, η ανάγκη για χρηματοδότηση -την οποία η Κίνα θα παρέχει στους εργολάβους- υπερισχύει ακόμη και πάνω από τα συμφέροντά τους.

Η ρωσική κυβέρνηση είναι πλέον πρόθυμη να καταστρώνει με την Κίνα συμφωνίες που θα ήταν αδιανόητες πριν από τις κυρώσεις. Μία από τις περιοχές της ρωσικής Άπω Ανατολής υπέγραψε πρόσφατα μια προσωρινή συμφωνία για την εκμίσθωση περίπου 1 εκατ. στρεμμάτων μη χρησιμοποιούμενων γεωργικών εκτάσεων σε μια κινεζική εταιρεία. Αυτό έχει προκαλέσει οργή στον ρωσικό Τύπο και τα κοινωνικά δίκτυα: οι Ρώσοι ήταν πάντα επιφυλακτικοί ως προς το να δώσουν στην Κίνα πρόσβαση στις αχανείς εκτάσεις της Σιβηρίας, γιατί φοβούνται πως αν καταφθάσουν Κινέζοι εργάτες, δεν θα φύγουν ποτέ και τόσο η Σιβηρία, όσο και η Άπω Ανατολή θα καταλήξουν να γίνουν αποικίες.

Θα ήταν λάθος να προεξοφλήσει κανείς τη στροφή της Ρωσίας προς την Κίνα, ως μία εκστρατεία δημοσίων σχέσεων που θέλει να πείσει τους Ρώσους ότι η χώρα τους μπορεί να κάνει χωρίς τη Δύση. Η Ρωσία είναι ένα μεγάλο πλοίο που δεν στρίβει εύκολα, αλλά η τάση για στενότερους οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα είναι πραγματική. Με αυτή τη λογική, οι κυρώσεις ωφέλησαν τη Ρωσία. Ανάγκασαν το ρωσικό καθεστώς να επιταχύνει την τόσο αναγκαία διαφοροποίηση της αγοράς και να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στις τεράστιες, υπανάπτυκτες ανατολικές περιοχές της χώρας.

πηγή: http://www.capital.gr/