
Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Ποια είναι η συκιά του Ευαγγελίου που ξεράθηκε φαινομενικά παράλογα; Και ποια είναι η ακρότατη πείνα που ζητούσε καρπό πριν από την ώρα; Και τι σημαίνει η κατάρα για ένα αναίσθητο πράγμα.
ΑΠΟΚΡΙΣΗ
Ο Θεός Λόγος που οικονομεί τα πάντα για χάρη της σωτηρίας των ανθρώπων, αφού παιδαγώγησε πρώτα τη φύση μας με το νόμο που περιέχει σωματικότερη λατρεία -γιατί δεν μπορούσε να δεχτεί την αλήθεια γυμνή από τυπικά προκαλύμματα εξαιτίας της άγνοιας και της αλλοτρίωσης που της προκλήθηκε προς τα αρχέτυπα θεία πράγματα- ύστερα, ερχόμενος στον κόσμο αφού έγινε φανερά από τον εαυτό του άνθρωπος παίρνοντας σάρκα που είχε νοερή, και λογική ψυχή, κι αφού ως Λόγος μετέφερε τη φύση μας στην άυλη, γνωστική, πνευματική λατρεία, δεν ήθελε, αφού πια φάνηκε στη ζωή η αλήθεια, να εξουσιάζει η σκιά, που τύπος της ήταν η συκιά.
Γι’ αυτό λέει· επιστρέφοντας από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα,[Ματθ. 21,18· Μάρκ. 11,11ε.] δηλαδή μετά την τυπική και σκιώδη και που ήταν κρυμμένη μέσα στο νόμο παρουσία του, ερχόμενος ξανά στους ανθρώπους με τη σάρκα –γιατί έτσι πρέπει να εκληφθεί το επιστρέφοντας-είδε στο δρόμο μια συκιά που είχε μόνο φύλλα,[Ματθ. 21,18· Μάρκ 11,13] που υπήρχε στη σκιά και στους τύπους, δηλαδή τη σωματική λατρεία του νόμου κατά την άστατη και παροδική -επειδή ήταν δίπλα στο δρόμο- παράδοση, τη λατρεία των τύπων μόνο και των θεσμών που περνούν.
Όταν ο Λόγος την είδε σαν συκιά ωραία και μεγαλοπρεπή και στολισμένη, ωσάν με φύλλα, με τα εξωτερικά περιβλήματα των σωματικών παραγγελμάτων του νόμου και μη βρίσκοντας καρπό, δηλαδή δικαιοσύνη, την καταράστηκε επειδή δεν έδινε τροφή στο Λόγο, η καλύτερα πρόσταξε να μη καλύπτει πια δυναστεύοντας την αλήθεια με τους νομικούς τύπους, πράγμα που αποδείχτηκε στη συνέχεια με τα έργα, αφού καταξεράθηκε εντελώς η νομική ωραιότητα που είχε την ύπαρξή της στα σχήματα μόνο και έσβησε η έπαρση των Ιουδαίων γι’ αυτή.
Γιατί δεν ήταν εύλογο αλλά ούτε κι επίκαιρο, αφού πια είχε φανεί λαμπρή η αλήθεια των καρπών της δικαιοσύνης να παρασύρεται και να ξεγελιέται από τα φύλλα η όρεξη όσων παράτρεχαν σαν δρόμο την παρούσα ζωή και να αφήνουν τους πλούσιους φαγώσιμους καρπούς του Λόγου. Γι’ αυτό λέει δεν ήταν ο καιρός των σύκων·[Μάρκ. 11,13] ο χρόνος δηλαδή κατά τον οποίο κυριαρχούσε στην ανθρώπινη φύση ο νόμος, δεν ήταν καιρός καρπών της δικαιοσύνης, αλλά εικόνιζε τους καρπούς της δικαιοσύνης και μυούσε κατά κάποιο τρόπο τη μέλλουσα θεία κι απόρρητη και σωτήρια όλων χάρη, στην οποία δεν είχε φτάσει από την απιστία του ο παλαιός λαός και γι’ αυτό χάθηκε.
Γιατί ο Ισραήλ, λέει ο θείος απόστολος, με το να επιδιώκει το νόμο της δικαιοσύνης, δηλαδή το νόμο της σκιάς και των τύπων, δεν έφτασε στο νόμο της δικαιοσύνης,[Ρωμ. 9,31] δηλαδή το νόμο που ολοκληρώνεται με το Πνεύμα του Χριστού.
Ή πάλι˙ επειδή το πλήθος των ιερέων και γραμματέων και νομικών και Φαρισαίων, άρρωστοι από την κενή δόξα με την επίδειξη της πλαστής ευλάβειας των ηθών, φαινόμενοι ότι ασκούσαν δικαιοσύνη, έτρεφαν την έπαρση της οίησης, ο Λόγος λέει ότι η οίηση αυτών που αναφέρθηκαν είναι συκιά άκαρπη πλούσια μόνο σε φύλλα, την οποία, αυτός που επιθυμεί τη σωτηρία όλων των ανθρώπων και πεινά τη θέωσή τους, την καταριέται ως άκαρπη και την ξεραίνει, ώστε, προκρίνοντας από το να φαίνονται το να είναι δίκαιοι, αφού ξεντυθούν το χιτώνα της ηθικής υπόκρισης και φορέσουν το γνήσιο χιτώνα της αρετής, όπως θέλει ο θείος Λόγος, να περάσουν μ’ ευσέβεια τη ζωή τους παρουσιάζοντας στο Θεό της ψυχής μάλλον τη διάθεση, παρά την πλαστότητα των ηθών στους ανθρώπους.
Αν τώρα και μερικοί από τους Χριστιανούς είμαστε τέτοιοι, πλάθοντας την ευλάβειά μας με τους τρόπους χωρίς έργα δικαιοσύνης, αν δεχτούμε το Λόγο ως φιλάνθρωπο που πεινά τη σωτηρία μας, αποξηραίνει το σπέρμα της κακίας μέσα στην ψυχή, την οίηση, για να μη μας δίνει πια την ανθρωπαρέσκεια, καρπό της φθοράς.
Έχετε, σύμφωνα με τις δικές μου πενιχρές δυνάμεις, το νόημα του λόγου, που κατά την αφήγηση που έκανα έδειξε τον Κύριο να πεινά ορθά και χρήσιμα να καταριέται τη συκιά και να την ξεραίνει σε κατάλληλη ώρα, γιατί ήταν εμπόδιο στην αλήθεια, και που ήταν είτε η σύμφωνη με το νόμο παλαιά παράδοση των σωματικών τύπων είτε και η επαρμένη συμπεριφορά των Φαρισαίων και η δική μας.
[«ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ», ΠΡΟΣ ΘΑΛΑΣΣΙΟΝ, ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΩΝ-(ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α’ – ΝΓ’), ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ]
ΟΛΟΙ ΛΕΝΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΗΣ ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΗΣ ΣΥΚΗΣ ΟΤΙ ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΚΑΡΠΟΝ ΣΥΚΗΝ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ Κ.Τ.Λ
ΠΟΣΟΙ ΟΜΩΣ ΣΥΝΔΕΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΑ ΜΕ ΟΤΙ ΕΙΠΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ, ΠΟΥ ΥΠΟΦΕΡΕΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΠΟΛΥΣ ΚΟΣΜΟΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΤΙ ΟΙ ΚΑΤΑΡΕΣ ΠΙΑΝΟΥΝ ΣΕ ΜΑΓΑΛΟ ΒΑΘΜΟ;
Τί ἔλεγε ὁ ΄Ἅγιος Παϊσιος γιά τίς κατάρες
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ A’
Μέ ρώτησε κάποιος: “Αὐτό πού ψάλουμε τήν Μεγάλη Σαρακοστή, τό “Προσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε,
τούς ἐνδοξοις τῆς γής” (2), γιατί τό λέμε, ἀφοῦ εἶναι κατάρα;”
“Όταν κάνουν ἐπιδρομή οἱ βάρβαροι, τοῦ εἶπα, καί πᾶνε νά καταστρέψουν στά καλά καθούμενα ἕναν λαό καί
ὁ λαός προσεύχεται νά τούς βροῦν κακά, δηλαδή νά σπάσουν τά ἁμάξια τους, καί τά ἄλογά τους νά πάθουν κάτι,
γιά νά ἐμποδισθοῦν, καλό εἶναι ἤ κακό;
Αὐτό ἐννοεῖ, νά τούς ἔρθουν ἐμπόδια. Δέν εἶναι ὅτι καταριούνται”.
– Γέροντα, πότε πιάνει ἡ κατάρα;
– Ἡ κατάρα πιάνει, ὅταν ὑπάρχη στήν μέση ἀδικία.
Ἄν λ.χ. κάποια κοροϊδέψη μιά πονεμένη ἤ τῆς κάνη ἕνα κακό καί ἡ πονεμένη τήν καταρασθῆ, πάει, χάνεται τό σόι της.
Ὅταν δηλαδή κάνω κακό σέ κάποιον καί ἐκεῖνος μέ καταριέται, πιάνουν οἱ κατάρες του.
Ἐπιτρέπει ὁ Θεός καί πιάνουν, ὅπως ἐπιτρέπει λ.χ. νά σκοτώση ἕνας κάποιον ἄλλον.
Ὅταν ὅμως δέν ὑπάρχη ἀδικία, τότε ἡ κατάρα γυρνᾶ πίσω σ’ αὐτόν πού τήν ἔδωσε.
– Καί πῶς ἀπαλλάσσεται κανείς ἀπό τήν κατάρα;
– Μέ τήν μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση.
Ἔχω ὑπ’ ὄψιν μου πολλές περιπτώσεις, ἄνθρωποι πού ταλαιπωρήθηκαν ἀπό κατάρα, ὅταν τό κατάλαβαν
ὅτι τούς καταράσθηκαν, γιατί εἶχαν φταίξει, μετανοιωσαν, ἐξομολογήθηκαν καί τακτοποιήθηκαν.
Ἄν αὐτός πού ἔφταιξε πῆ: “Θεέ μου, ἔκανα αὐτό καί αὐτό, συγχώρεσε μέ…” καί ἐξομολογηθῆ μέ πόνο
καί εἰλικρίνεια, τότε ὁ Θεός θά τόν συγχωρήση, Θεός εἶναι.
– Καί τιμωρεῖται μόνον αὐτός πού δέχεται τήν κατάρα ἤ καί αὐτός ποῦ τήν δίνει;
– Αὐτός πού δέχεται τήν κατάρα, βασανίζεται σ’ αὐτήν τήν ζωή.
Αὐτός ὅμως πού καταράσθηκε, βασανίζεται καί σ’ αὐτήν τήν ζωή, καί στήν ἄλλη, γιατί ὡς ἐγκληματίας θά τιμωρηθῆ
ἐκεῖ ἀπό τόν Θεό, ἄν δέν μετανοήση καί ἐξομολογηθῆ.
Γιατί, ἐντάξει, μπορεῖ κάποιος νά σέ πείραξε, ἐσύ ὅμως μέ τήν κατάρα πού δίνεις, εἶναι σάν νά παίρνης τό πιστόλι
καί νά τόν σκοτώνης.
Μέ ποιό δικαίωμα τό κάνεις αὐτό;
Ὅ,τι καί ἄν σου ἔκανε ὁ ἄλλος, δέν ἔχεις δικαίωμα νά τόν σκοτώσης.
Γιά νά καταρασθῆ κανείς, σημαίνει ὅτι ἔχει κακία. Κατάρα δίνει κανείς, ὅταν τό λέη μέ πάθος, μέ ἀγανάκτηση.
Ἡ κατάρα, ὅταν προέρχεται ἀπό ἄνθρωπο πού ἔχει δίκαιο, ἔχει μεγάλη ἰσχύ, ἰδίως ἡ κατάρα τῆς χήρας.
Θυμᾶμαι, μιά γριά εἶχε ἕνα ἀλογάκι καί τό ἔβαζε στήν ἄκρη τοῦ δάσους νά βοσκήση.
Ἐπειδή ἦταν λίγο ζόρικο, εἶχε βρεῖ ἕνα γερό σχοινί καί τό ἔδενε.
Μιά φορά πῆγαν στό δάσος τρεῖς γυναῖκες νά κόψουν ξύλα.
Ἡ μιά ἦταν πλούσια, ἡ ἄλλη χήρα καί ἡ ἄλλη ἦταν ὀρφανή καί πολύ φτωχιά.
Εἶδαν τό ἄλογο πού ἦταν δεμένο μέ τό σχοινί καί βοσκοῦσε καί εἶπαν: “Δέν παίρνουμε τό σχοινί νά δέσουμε τά ξύλα;”
Τό ἔκοψαν στά τρία καί πῆρε ἡ καθεμιά ἀπό ἕνα κομμάτι νά δέσουν τά δεμάτια τους.
Ἑπόμενο ἦταν νά φύγη τό ἄλογο. Ὅταν ἦρθε ἡ γριά καί δέν βρῆκε τό ζῶο, ἀγανάκτησε.
Ἄρχισε νά τό ψάχνη παντοῦ, παιδεύτηκε πολύ νά τό βρῆ.
Τελικά, ὅταν τό βρῆκε, εἶπε ἀγανακτισμένη: “Μέ τό ἴδιο το σχοινί νά τήν κουβαλήσουν αὐτήν πού τό πῆρε”.
Μιά μέρα, ὁ ἀδελφός της πλούσιας ἔκανε ἀστεία μέ ἕνα ὅπλο νομίζοντας πώς εἶναι ἄδειο
-ἦταν ἀπό αὐτά πού εἶχαν ἀφήσει οἱ Ἰταλοί- καί χτύπησε τήν ἀδελφή του στόν λαιμό.
Ἔπρεπε νά τήν μεταφέρουν στό νοσοκομεῖο καί χρειάσθηκε σχοινί, γιά νά τήν δέσουν ἐπάνω σε μιά ξύλινη σκάλα.
Ἐκείνη τήν ὥρα βρέθηκε τό ἕνα κομμάτι σχοινί, τό κλεμμένο, ἀλλά δέν ἔφθανε.
Ἔφεραν καί οἱ δύο ἄλλες γειτόνισσες τά δικά τους κλεμμένα κομμάτια καί τήν ἔδεσαν στήν σκάλα
καί τήν μετέφεραν στό νοσοκομεῖο.
Ἔτσι πραγματοποιήθηκε ἡ κατάρα τῆς γριᾶς, “Μέ τό ἴδιο σχοινί νά τήν κουβαλήσουν”.
Καί τελικά πέθανε ἡ καημένη, ὁ Θεός νά τήν ἀναπαύση.
Βλέπετε, ἐπίασε ἡ κατάρα στήν πλούσια, πού δέν εἶχε οἰκονομική ἀνάγκη.
Οἱ ἄλλες εἶχαν τήν φτώχειά τους, εἶχαν κάποια ἐλαφρυντικά.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!