~ Κάποια φορά, που ο Πατερούλης [ο χαρισματούχος Γέροντας, π. Ευμένιος Σαριδάκης] είχε μοιράσει όλα τα κεράσματα που είχε και δεν απέμενε τίποτε για να προσφέρη στον επόμενο επισκέπτη, μία κυρία τον παρατήρησε με κάποια αυθάδεια:

– Τώρα, που μοίρασες ό,τι είχες για κέρασμα, έτσι και έρθη ένας άνθρωπος, τι θα τον δώσης;

Ο Πατερούλης δεν της απάντησε, απλώς χαμογέλασε.

Εκείνη την στιγμή, χτυπάει την πόρτα ένας νεαρός και ρωτά:

– Γέροντα, μπορώ να μπω;

Ο Γέροντας απαντά:

– Να ‘ναι ευλογημένο, έλα, έλα μέσα.

– Μισό λεπτό, απαντά ο νεαρός.

Και σε λίγο ξανάρχεται, φέρνοντας ένα τεράστιο κουτί, που έπιασε όλο το τραπέζι του Πατερούλη.

– Τα στέλνει ο τάδε, του λέει.

Πήρε την ευχή του το παλληκάρι και έφυγε.

Άρχισε τότε η κυρία να του λέη:

– Μμ, να δω τι θα τα κάνης τώρα τόσα κεράσματα.

Ο Πατερούλης δεν της απάντησε και πάλι. Απλώς χαμογέλασε. Σε λίγη ώρα ξανακτυπά η πόρτα και εμφανίζεται ένας άλλος νεαρός λέγοντας:

– Πάτερ, είναι ευλογημένο;

– Πέρασε, πέρασε», του απαντά.

– Ένα λεπτό, γιατί έχουμε έρθη με ένα πούλμαν να πάρουμε την ευχή σας, γιατί ξεκινάμε εξετάσεις, του λέει ο νεαρός.

Να ‘ναι ευλογημένο, να ‘ναι ευλογημένο, απαντά ο Πατερούλης!

Από το βιβλίο του Μοναχού Σίμωνος, “Πατήρ Ευμένιος, ο ποιμήν ο καλός και θαυματουργός”.

πηγή: pemptousia