Ζητούσε την προσευχή της μετανοίας. Δεν του άρεσαν οι τεχνικές μέθοδοι για την επίκληση της ευχής. Επέμενε να μάθει ο άνθρωπος να προσεύχεται με την καρδιά του. Πάντοτε, πίστευε ο Γέροντας, ότι η πίστη προς το Χριστό ως αληθινό Θεό και η μετάνοια του ανθρώπου είναι εκείνα που ανοίγουν την καρδιά του ανθρώπου. Και τότε η προσευχή από μόνη της, οι μονόλογοι στην καρδιακή προσευχή βρίσκουν το δικό τους ρυθμό.Καμιά φορά μας μιλούσε και για τις τεχνικές μεθόδους της προσευχής, αλλά μας έλεγε να μην αποδίδουμε σημασία σε αυτές. Τότε μπορεί να χάσουμε τη χάρη του Θεού, όταν αποδώσουμε υπερβολική σημασία σ’ εκείνα που είναι απλώς μέσα.Ενώ με τη μετάνοια δεν μπορεί να αστοχήσει ο άνθρωπος εάν έχει θέρμη στην καρδιά του. Τότε ο νους μόνος του κολλά στην καρδιά και βρίσκει το ρυθμό της η προσευχή από μόνη της μέσα στην καρδιά.

Η μετάνοια για το Γέροντα ήταν το να γνωρίζει ο άνθρωπος την προαιώνιο ιδέα που είχε ο Θεός γι’ αυτόν.

Δηλαδή, πώς ο Θεός συνέλαβε τον άνθρωπο προ καταβολής κόσμου και ποια είναι η εκπλήρωση του, ποιος είναι ο σκοπός του. Όταν καταλάβει ο άνθρωπος το προαιώνιο σχέδιο του Θεού γι’ αυτόν, θα κάνει το παν για να το εκπληρώσει και να συμμορφωθεί προς αυτό…

Πάντοτε ο Γέροντας σε κάθε βήμα που έκανε το συνδύαζε με τη θύρα της μετανοίας. Έβγαινε από το σπίτι και έλεγε: «ευλόγησόν μου την έξοδο και την είσοδο». Όποια πράξη έκανε, όποιο βήμα έκανε στη ζωή του, συνέχεια επεκαλείτο το Θεό.

Έδιδε μεγάλη σημασία στο λόγο του Θεού, ώστε να ζει ο λόγος του Θεού μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό, το λόγο προσπαθούσε πάντοτε να τον αρπάξει με την προσευχή επικαλούμενος το όνομα του Χριστού.

ΠΗΓΗ