Λυχνία ὡς δίπυρσος τῶν θεϊκῶν δωρεῶν, ἀκτῖσι τῆς χάριτος φωταγωγοῦσιν ἡμᾶς πατέρες οἱ ἔνθεοι, Πρόκλος τοῦ Βυζαντίου, ὁ σοφὸς ποιμενάρχης, Γρηγόριος ὁ θεόφρων, Δεκαπόλεως γόνος· διὸ μετὰ προθυμίας τούτοις προσέλθωμεν.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Δεκαπολίτης γεννήθηκε στην Ειρηνούπολη της Δεκάπολης της Ισαυρίας στα νοτιοανατολικά της Μικράς Ασίας, γύρω στα 780-790 μ.Χ. Ο πατέρας του λεγόταν Σέργιος και η μητέρα του Μαρία, ενώ είχε και έναν αδελφό, για τον οποίο γνωρίζουμε μόνο ότι ακολούθησε και εκείνος τον μοναχικό βίο.

Πνευματικό οδηγό στα πρώτα χρόνια είχε τη μητέρα του, ιδιαιτέρως ευσεβή, σε αντίθεση με τον πατέρα του και όταν έγινε οκτώ ετών φρόντισε να τον στείλει στους γραμματιστές για τη στοιχειώδη εκπαίδευσή του. Ο Γρηγόριος δεν ακολούθησε ανώτερες σπουδές, αλλ’ επιδόθηκε στη λατρευτική ζωή και στην καθημερινή εγκράτεια, ενώ καλλιέργησε και ποικίλες χειροτεχνικές δεξιότητες, οι οποίες του έδωσαν τη δυνατότητα να φροντίζει για τις ανάγκες τις δικές του και των γονέων του.

Έφηβο ακόμη οι γονείς του έσπευσαν να τον δώσουν σε γάμο και τον έστειλαν να συγκεντρώσει τα απαραίτητα, αλλ’ ο Γρηγόριος ματαίωσε τα σχέδιά τους καταφεύγοντας σε έναν ηγούμενο στη Δεκάπολη, ο οποίος είχε μόλις απομακρυνθεί από την επισκοπή του και ζούσε στα γειτονικά όρη διωκόμενος από τους εικονομάχους. Εκείνος τον παρότρυνε να γίνει μοναχός και τον έστειλε σε μία λαύρα εκεί κοντά, ενώ ο πατέρας του πέθανε και η μητέρα του τον αναζήτησε για να τον παρακαλέσει να συνεχίσει την άσκησή του κοντά στον αδελφό του.

Εν τω μεταξύ όμως ο ηγούμενος και κάποιοι μοναχοί πέρασαν από τη μεριά των εικονομάχων και ο Γρηγόριος τότε είχε το θάρρος να ομολογήσει την πίστη του και επέπληξε τον ηγούμενο μπροστά σε όλους τους μοναχούς. Ο ηγούμενος διέταξε να τον χτυπήσουν και ο άγιος χτυπημένος και γεμάτος πληγές πήγε σε ένα άλλο μοναστήρι της Δεκαπόλεως, όπου ηγούμενος ήταν ένας θείος του, ο Συμεών και εκεί έμεινε 14 χρόνια.

Ανεβαίνοντας τα σκαλιά της πνευματικής ζωής μια φωνή τον προέτρεψε να φύγει από την Δεκάπολη και να πάει σε άλλα μέρη. Έτσι έζησε έναν χειμώνα στην Έφεσο σε μοναστήρι και από εκεί κατά σειρά πέρασε από την Προικόνησο, την Μακεδονία, την Θεσσαλονίκη και την Κόρινθο. Από εκεί πήγε στην Ρώμη όπου έζησε τρεις μήνες και κατόπιν στις Συρακούσες, όπου έμεινε ένα χρόνο, ενώ αργότερα επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη μένοντας στη Μονή του Αγίου Μηνά.

Μικρογραφία στό Μηνολόγιο του Βασίλειου Β’ (985 μ.Χ.)

Έγινε γνωστός για το διορατικό του χάρισμα, τη δύναμη της προσευχής του, τα πολλά του θαύματα, όπως λέγει ο Ιγνάτιος ο διάκονος που κατέγραψε τον βίο του και τους πύρινους λόγους του ενάντια στους εικονομάχους. Το 841 ο Γρηγόριος ασθένησε βαριά, αλλά παρά την ασθένειά του ζήτησε να τον μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Συμεών είχε μάθει για την ασθένεια του οσίου και με γράμμα του τον είχε παρακαλέσει να τον δει για τελευταία φορά. Έτσι ο Γρηγόριος ήθελε να συναντήσει τον πνευματικό του πατέρα Συμεών, αιχμάλωτο τότε του Θεοφίλου.

Στην Κωνσταντινούπολη ο Γρηγόριος έφθασε τον Ιανουάριο του 842, μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα Θεόφιλου και ο Συμεών είχε μόλις απελευθερωθεί, όταν τον συνάντησε, ενώ παρέμεινε στη βασιλεύουσα τους επόμενους μήνες δοκιμαζόμενος από την ασθένειά του. Λίγο πριν πεθάνει ζήτησε να τον μεταφέρουν στο άγιο όρος του Ολύμπου της Βιθυνίας, όπου και εκοιμήθη, τον Νοέμβριο του 842 μ.Χ.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 20 Νοεμβρίου και την ακολουθία του έγραψε ο μητροπολίτης Μυρών Ματθαίος.

Το άφθαρτο λείψανο του αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου

Στην Ρουμανία όταν λες «Μπίστριτσα», η σκέψη σου πηγαίνει σε δύο διάσημα μοναστήρια της χώρας, στην παλιά ησυχαστική λαύρα της Μολδαβίας και στη Βίλτσεα στα όρη Καπατσάνι κοντά στον ποταμό Μπίστριτσα.

Στα 1497 ο Μπάρμπου Κραϊοβέσκου έχτισε μια εκκλησιά και πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη συνεννοήθηκε με έναν Τούρκο να αγοράσει τα λείψανα του Αγίου Γρηγορίου. Δεχόμενος τις απαιτήσεις του Τούρκου έβαλαν σε μια ζυγαριά το λείψανο από την μια μεριά και από την άλλη χρυσά νομίσματα. Ενώ όμως είχε βάλει ελάχιστα νομίσματα, το λείψανο σηκώθηκε και στάθηκε στο ίδιο ύψος και όταν είδε ο Τούρκος το θαύμα φώναξε: «Κοίτα ο χριστιανός στον χριστιανό πάει». Έτσι έφερε τα λείψανα στη Μονή Μπίστριτσα της Ολτενίας.

Το μοναστήρι το έκλεισαν οι κομμουνιστές το 1959 και το μετέτρεψαν σε επαγγελματική σχολή του υπουργείου υγείας. Το άφθαρτο άγιο λείψανο περίμενε 25 ολόκληρα χρόνια να ξανανοίξει ο Ναός και αυτό έγινε το 1984 με τιτάνιες προσπάθειες του επισκόπου Γερασίμου Κρίστεα. Έκτοτε αποτελεί ένα ιερό προσκύνημα για ολόκληρη την οικουμένη.

Πηγή: greekorthodoxreligioustourism.blogspot.com

kimintenia